23/3/16



                                                                                                                             
                                             ΤΟ ΚΟΝΤΟΚΟΥΡΕΜΑ
Γράφει ο Νίκος Μπακιός
 
    Χθες πήγα για κούρεμα. Ζήτησα από την κομμώτρια να μου κόψει τα μαλλιά όσο γίνεται πιο κοντά και εξήγησα κάποια στιγμή το λόγο. Ήθελα να μην φαίνονται οι άσπρες τρίχες της κεφαλής μου. Διότι, όπως μου είπε τελευταία η θυγατέρα μου, μια συμμαθήτριά της με νόμισε για τον παππού της. Μετά από αυτό προτίμησα, αντί να τα βάψω, να τα κουρέψω όσο γίνεται πιο κοντά.
     Η κομμώτρια με κοίταξε στην αρχή με απορία και μετά χαμογέλασε με κάποια συμπόνια. Και είναι αλήθεια ότι για την αισθητική της αντίληψη και λεπτότητα την εμπιστεύομαι την τελευταία δεκαετία, κατά την οποία αργά υφίσταμαι τη χρωματική αλλοίωση των τριχών της κεφαλής μου.
     Παρά την ανωτερότητά της όμως, ως προς την επαγγελματική κατάρτιση, η κομμώτρια υστερεί σε σχέση με άλλες ενασχολήσεις, φιλοσοφικού ή καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος, συγκρινόμενη με τον απαράμιλλης πνευματικής κατάρτισης κουρέα της πατρογονικής μου κοινότητας, ο οποίος πάντα συνοδεύει την εργασία του με υψηλού επιπέδου συζητήσεις.
     Έτσι εξηγείται, γιατί ήταν εντελώς άστοχη η αναφορά μου στην αισθητική εμφάνιση του φιλόσοφου Καστοριάδη, που διέθετε άτριχη κεφαλή, αφού δεν προκάλεσε κάποια περαιτέρω συζήτηση.

    Αλλά  και η αναφορά μου σε άλλο χρόνο σε  αφήγημα του Παύλου Νιρβάνα, περί κουρείου, στο οποίο περιγράφεται φτωχός και μοναχικός άνθρωπος  που προτιμά να διαθέτει τα λίγα χρήματά του στην ικανοποίηση που του προσφέρει ένα κούρεμα, ήταν αταίριαστη και εκτιμώ ότι μόνο ο φιλοσοφών κουρεύς θα  την αντιλαμβανόταν επιτυχώς και θα βρισκόταν σε συμφωνία με το πνεύμα αυτού του διηγήματος.
     Κάθε φορά που επισκέπτομαι το κομμωτήριο  παρατηρώντας  αναρτημένες  φωτογραφίες κουρείων άλλης εποχής, μεταφέρομαι νοερά σε παιδικούς χρόνους.
      Τότε, ξαναθυμάμαι τον πρώτο κουρέα που γνώρισα με το παρατσούκλι  Ντούπης και το βοηθό του  τον  Τσέτσικα,  που έκοψε τις πλούσιες μπούκλες των μαλλιών μου και με ενέταξε, καθ΄ υπόδειξη, στο αισθητικό μοντέλο κουρέματος της δεκαετίας του ΄60. Εκεί κουρευόμουν και αργότερα, μέχρι που τέλειωσα το γυμνάσιο.
    Αμέσως μετά, αναπολώ την εποχή της δεκαετίας του  ‘70 και τα μαλλιά και γένια των φοιτητών εκείνης της εποχής. Και  το μεγάλο  καυγά με τον πατέρα μου για το κόψιμο των μαλλιών μου πριν το γάμο της αδελφής μου, που δυστυχώς, για το νευρικό του σύστημα, στάθηκε αδύνατο σ’ αυτό το θέμα να ενδώσω.       
     Εκμυστηρεύομαι ότι υπάρχει πρόβλημα και σθεναρά αρνούμαι να βάψω τα μαλλιά μου, αν και θα έπρεπε, ακολουθώντας την παράδοση, να μιμηθώ τους γονείς μου, που είχαν αυτή τη συνήθεια και  έβαφαν  κορακίσια  τα μαλλιά τους μέχρι το πέρας της ζωής τους.
     Αλλά, τι νόημα έχει μια τέτοια ενέργεια, αναρωτιέμαι ακόμη και σήμερα. Είναι ο φόβος μπροστά στα γηρατειά ή το αίσθημα και η ανάγκη να είμαστε ελκυστικοί και να αρέσουμε μέχρι το θάνατό μας;
     Σκέφτομαι, πώς συμβαδίζει η άποψη αυτής της δήθεν ομορφιάς με την ηθική αξία, ότι όμορφο είναι το φυσικό, το απλό και ότι εκφράζει εσωτερική ειλικρίνεια;   
   Αλλά, είναι ομορφιά πράγματι αυτό που φαίνεται επιφανειακά ή χρειάζεται να την ανακαλύψεις  με το απόκρυφο μάτι σου; 
      Ένας εκ των φίλων μου, που ξέρει ζωγραφική,  όταν ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη, στην πόλη όπου έζησε φοιτητής, φροντίζει πολλές μέρες νωρίτερα να βάφει τα μαλλιά του,  ώστε την κρίσιμη ημέρα του ταξιδιού του να έχουν εν τω μεταξύ λίγο  ξεβάψει και να φαίνονται πιο φυσικά.
    Αυτός ο φίλος μου που διακηρύττει ότι είναι και μουσουλμάνος, εκτός από το βάψιμο των μαλλιών και τα άλλα ελιξίρια που χρησιμοποιεί για την τόνωση της ζωικής του ορμής, είναι ικανός να παραποιήσει τα στοιχεία ταυτότητας του και να  εγγράψει μόνος του ως έτος γεννήσεώς του το 1959 και όχι το ορθό 1950, προκειμένου να ανακτήσει έτσι εμπιστοσύνη στον εαυτό του και στις φθίνουσες δυνάμεις του.
     Αποχωρώντας από το κομμωτήριο, σκέφτομαι με θυμοσοφική διάθεση, αλλοίμονο, εάν με χρωστικά στοιχεία της wella ή με τη φυσική χένα και την παραποίηση στοιχείων της ταυτότητας  μπορεί να απωθηθεί η  επίγνωση για την φθαρτότητα του σώματός μας,  της ύπαρξής μας και των σχέσεών της με το μυστήριο της ίδιας της ζωής. 
                                                                                                                 Νίκος Μπακιός

Δεν υπάρχουν σχόλια: