26/10/15

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΜΑΡΤΥΡΙΑ



                     
Γράφει ο Νίκος Μπακιός

        Στα θρησκευτικά θέματα έχω πεισθεί πια ότι δεν πρέπει να μιλάμε για δημοκρατία με τη συμβατική έννοια, διότι πρέπει να διασφαλίζεται το δικαίωμα της μειοψηφίας, του ενός ανθρώπου δηλαδή, που ό,τι σκέφτεται και πιστεύει είναι απολύτως σεβαστό, ακόμη και αν πρόκειται να διαθέτει το πνεύμα του με τρόπο αυτοκαταστροφικό.
      Και δεν πρέπει να συγχέουμε αυτό το ζήτημα με τα πολιτικά φρονήματα του καθενός, γιατί αυτό ακριβώς κάνουν οι πάσης φύσεως εξουσίες.
     Σκέφτομαι αυτά, γιατί μου συμβαίνει μερικά πρωινά, τώρα τελευταία, να πηγαίνω την κόρη μου στο σχολείο, περίπου ώρα 8.15 να βρίσκομαι στο προαύλιο και τι ευτυχία! να παίρνω την πρώτη ψυχική μου ευφορία ακούγοντας το « Πάτερ ημών».
    Θεέ μου!  Τα χρόνια πέρασαν και όλα μείνανε αναλλοίωτα! Και συ «Μεγάλε Κωνσταντίνε», τόσο άγια και σοφά που μίλησες, εν έτη 313 μχ.!  μουρμουράω.

    Μετά το πνεύμα μου ταξιδεύει στα περασμένα. θυμάμαι  τα βασανιστικά πρωινά των σχολικών μου χρόνων, τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη, τους υποχρεωτικούς εκκλησιασμούς των Κυριακών και τα κατηχητικά της παιδικής ηλικίας.
   Προ ημερών, συνάντησα έναν Τυνήσιο μπαμπά έξω από το σχολείο.             «Πες μου,, έτσι κάνετε και σεις στην πατρίδα σας;», λέω. «Όχι,  εκεί μόνο γίνεται ανάκρουση του εθνικού μας ύμνου», μου απαντά.
     Μπράβο! αυτοί δεν είναι και τόσο μουσουλμάνοι, όπως στο θεοκρατικό Ιράν, σκέφτομαι.
    Όμως, με νεότερα στοιχεία που συνέλεξα, άρχισα να αμφιβάλλω για το αληθές αυτής της πληροφορίας, γιατί έμαθα ότι στην εν λόγω αραβική χώρα προσεύχονται υποχρεωτικά  και  μάλλον εντατικά, το πιθανότερο πεντάκις ημερησίως.
   Έτσι, νέα απελπισία με συνεπήρε, οδηγώντας προς τα πίσω τη σκέψη μου.
   Έμαθα τελευταία από μια ξαδέλφη μου που είναι μετανάστρια στο Παρίσι του Βολτέρου και ορθόδοξη χριστιανή,  ότι τα εγγόνια της στη βραδινή τους προσευχή μιμούνται τα μουσουλμανάκια του σχολείου τους και προσεύχονται με κατάνυξη γονατιστά στο Μωάμεθ.
   Σίγουρα κι εγώ θα μπορούσα να έχω γίνω αλλόθρησκος, σκέφτομαι.
     Στο γυμνάσιο, θυμάμαι, η χοντρή και άνευ σβέρκου καθηγήτρια θρησκευτικών, ίδια προσωποποίηση της συγκεντρωτικής εξουσίας, (το λέω απαλά γιατί είναι η εποχή της χουντικής επταετίας), θεώρησε παιδαγωγικό να με εκδιώξει από το μάθημά της, μόνο γιατί ερώτησα φωναχτά: «Πώς γίνεται και επηρεάζεται η θεϊκή ψυχή από τα ψυχοφάρμακα της ιατρικής επιστήμης;».
     Στην κοινωνική ζωή, εκμυστηρεύομαι ότι, πάντα θαύμαζα αυτούς που δεν ορκίζονταν στο ευαγγέλιο, ιδιαίτερα αυτούς που τους τύχαινε να είναι κατηγορούμενοι στα δικαστήρια. Άντε, σκεφτόμουνα, να προσπαθείς να πείσεις το δικαστήριο, με την προκατάληψη που δημιουργείται, όταν εξαρχής δείχνεις «κακή διαγωγή» και  αμφισβητείς κατά ένα τρόπο τα θεία.
   Και εξομολογούμε εν τέλει ότι, δεν είμαι ένθεος, απογράφτηκα δε τελευταία και σε διεθνή ιστοσελίδα, σχετικώς. Αλλά, πολλές φορές, για λόγους τακτικής, παρασταίνω δήθεν τον αιρετικό ή τον αλλόθρησκο.
   Παρόλα αυτά, ειλικρινά, ως την πιο προχωρημένη περίπτωση θρησκείας, θεωρώ το Βουδισμό. Και γι αυτό, όταν συναντήσω  ευήκοο ακροατήριο, τα δίνω όλα. Εξυμνώ με πάθος το Βουδισμό, ως τη μόνη ανεχτική θρησκεία. Γιατί, όπως έχω διαβάσει, μπορεί να είσαι άθεος ή κομμουνιστής ή διαλεκτικός υλιστής και ο βουδισμός να σου το επιτρέπει.
   Τα κοινωνικά γεγονότα με γάμους και κηδείες, που τυχαίνει να παραστώ, νομίζω με επηρεάζουν όλο και περισσότερο αρνητικά και αισθάνομαι ότι έφτασε πια η ώρα να απομακρυνθώ, κατά το νόημα της επικούρειας σοφίας.
   Γιατί, παρακολουθώντας για χρόνια την τέλεση πολιτικών γάμων γνωστών και  φίλων, έχω διαπιστώσει με λύπη την απαξίωση του θεσμού, καθώς γίνονται επί το πλείστον εξαιτίας προχωρημένης εγκυμοσύνης της συζύγου, ενώ μεταγενέστερα ακολουθεί  πολυδάπανος θρησκευτικός, ανοιχτός  με γλέντι σε κοσμική ταβέρνα.
     Αλλά και η μανία των βαπτίσεων, όπου παπάδες  βουτάνε τα λαδωμένα μωρά, χειμωνιάτικα, σε παγωμένα  νερά, με ξενίζει.  Όπως και οι γονείς,  με συνοδευτικά πολυδάπανα γλέντια τους, που δεν εννοούν να καταλάβουν ότι η ονοματοδοσία είναι ανεξάρτητο ζήτημα από τη βάπτιση, απλή και εντελώς οικονομικότερη διαδικασία.
     Και στο ακροτελεύτιο ζήτημα της κηδείας τώρα έρχομαι, καθώς έτυχα σε κηδεία προσφιλούς μου προσώπου, που ήταν μάρτυς του Ιαχωβά και θάφτηκε κατά την επιθυμία των ορθοδόξων συγγενών του και όχι κατά τη δική του τελευταία επιθυμία.
      Είναι κάποιες φορές, όταν εκκωφαντικά χτυπούν οι καμπάνες των εκκλησιών, μέρες γιορτών ή πρωινά των Κυριακών,  που θυμάμαι το Σωκράτη, το σοφό σκύλο του σπιτιού και επιθυμώ  κι εγώ γαυγίζοντας γοερά να εκφράσω τη δυσθυμία μου στο κάλεσμά τους.
                                                                                             Νίκος Μπακιός
  
       



                                

Δεν υπάρχουν σχόλια: