30/6/13

ΚΑΠΟΙΕΣ ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ

Γράφει ο Νίκος Μπακιός


        Άκουγα μια μέρα που  μάλωναν στο διπλανό γραφείο  και απορούσα γιατί αντιδικούσαν αυτοί οι άνθρωποι. Ο ένας εξ αυτών, εξοργισμένος πολίτης, εκτόξευε εναντίον υπαλλήλου κατηγορίες αναφορικά με τον τόπο καταγωγής του κι εγώ, γνωρίζοντας ότι ο τόπος αυτός ήταν απλώς ο τόπος της προ διετίας εργασίας αυτού του υπαλλήλου, μειδιούσα σιωπηλά και λίγο χαιρέκακα.
      Γιατί νομίζω ότι κανείς από τους  τρεις μέχρι σήμερα τόπους που έτυχε να εργαστώ, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί και τόπος για την έκφραση με φανατισμό κάποιων ιδιαίτερων συναισθημάτων μου, ίσως και εξαιτίας της καταπιεστικής, εξ αντικειμένου, φύσεως των συνθηκών της εργασίας μας.
      Αλλά και σοβαρότερα σκεφτόμενος, σε άλλη περίπτωση, απορούσα για τη συνέχιση του ανταγωνισμού ανάμεσα στην πρωτεύουσα και τη συμπρωτεύουσα του νομού, σε διάφορα θέματα, όταν εξαιρετικές περιστάσεις μας επιβάλλουν την ολοένα ευρύτερη σύνθεση των μη αντιτιθέμενων δυνάμεων και συμφερόντων των περιοχών.

      Με προβλημάτιζαν οι αξεπέραστες αντιθέσεις τοπικιστικού χαρακτήρα ανάμεσα στις κωμοπόλεις που συναποτέλεσαν τους νέους δήμους  ή άλλοτε αναζητούσα το νόημα που μπορεί να έχει η σύσφιξη των σχέσεων μονομερώς ανάμεσα σε υπαλλήλους των προ Καλλικράτη δήμων, καθώς και η ανυπαρξία ενός και μόνου εργασιακού συλλόγου στην περιοχή.  
      Πόσο σημαντικές είναι οι διαφορές αυτές και πόσο γίνεται να επηρεάζουν τη ζωή μας; Αναρωτιόμουνα  και αναζητούσα απαντήσεις για το τι ακριβώς κρύβεται  βαθύτερα και εάν όντως ο τρόπος της διαχείρισης αυτών των αντιθέσεων είναι η έκφραση μιας εσωτερικής εξουσιαστικής ουσίας, ίσως σκοπίμως παραλλαγμένης  για να μην φαίνονται  τα δρώμενα της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
      Αλλά, αυτές οι διαφωνίες είναι κατανοητές όταν τα γεγονότα εξελίσσονται με έναν «κανονικό» τρόπο και όχι όπως σήμερα που μοιάζουν με χείμαρρους  απορροφημένους εντελώς από τον κύριο ποταμό, καθώς προβάλουν με έντονο και βίαιο τρόπο, λόγω της οικονομικής κρίσης, τα ζητήματα της άμεσης επιβίωσης.   Ιδιαίτερα, εν όψει μιας προαναγγελλόμενης, πρωτοφανούς για την εποχή μας,  κοινωνικής σύγκρουσης.  
     Θυμάμαι παλιές ιστορίες, όπως η ίδρυση των κέντρων υγείας ή άλλων δημόσιων υπηρεσιών και το συνεπόμενο τοπικό ανταγωνισμό που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1980 και αργότερα. Τις ατέρμονες συζητήσεις για την χωροθέτηση των ΧΥΤΑ  ανάμεσα σε «προοδευτικές» και άλλες  δυνάμεις καθώς και τον ακανθώδη  διάλογο για την αποκέντρωση και την ίδρυση νέων εκπαιδευτικών μονάδων. Τις παθιασμένες συζητήσεις ανάμεσα σε φίλους ή συντρόφους.
     Αυτές οι αντιθέσεις ήταν όντως  λογικές και δικαιολογημένες στην εποχή τους, παρά την έλλειψη στόχων και σχεδίου, αλλά φαντάζουν λιγότερο σημαντικές  στην αντιμετώπισή τους σε σύγκριση με τα σημερινά οξυμένα προβλήματα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι έσβησαν ή ότι έχασαν για πάντα τον ανταγωνιστικό τους χαρακτήρα.
     Κάποιες φορές στέκομαι βουβός παρατηρητής απέναντι σε τοπικά αιτήματα , για τη διατήρηση των προνομίων παλιότερης εποχής, με τις ήδη υποβαθμισμένες υπηρεσίες περιοχών και ακόμη πιο επιφυλακτικά σε ό,τι αφορά τοπικούς ηγήτορες  και  ομάδες συμφερόντων τους, αφού αυτοί δεν επιδεικνύουν ανάλογη ευαισθησία για τη συνεχώς  διογκούμενη ανεργία και  την αυξανόμενη ανισοκατανομή του κοινωνικού πλούτου. Και εξίσου, επειδή δεν δίνουν  προτεραιότητα ως προς την αντιμετώπιση της τεράστιας σπατάλης και καταστροφής του φυσικού πλούτου και περιβάλλοντος.  
      Έτσι, κάποια στιγμή, προσπαθώντας να καταλάβω τι ακριβώς συμβαίνει και πως οι τοπικές διαφορές ή αντιθέσεις μετεξελίσσονται και γίνονται ανταγωνιστικές και ακόμη πως  συνδέονται αυτές με την κύρια αντίθεση, αισθάνθηκα την επιθυμία να ξαναδιαβάσω το γνωστό από τον καιρό της νεότητας μας  βιβλιαράκι του Μάο «Για τις αντιθέσεις».       
     «….οι σχέσεις ανάμεσα στην κύρια αντίθεση και τις δευτερεύουσες αντιθέσεις σχηματίζουν έναν πολυσύνθετο πίνακα» έγραφε ο χαρισματικός τιμονιέρης.   
       Έναν πίνακα με απεικονιζόμενα τα κοινωνικά μέτωπα που βιώνουμε, που σήμερα ολοένα φαίνεται να συντίθενται από δυο μόνο βασικά χρώματα: του πλούτου και της φτώχειας, καθώς τα υπόλοιπα διαχέονται και δείχνουν να υφίστανται για να προσφέρουν ένταση και τόνο, για την ανάδειξη των βασικών.
     Αλλά, αναλογιζόμενος τις σχετικές αντιθέσεις του πεδίου της προσωπικότητας, δικαιολογούσα κάποτε στον εαυτό μου κάποια συναισθηματική φόρτιση,  παρακολουθώντας τα θέματα του γενέθλιου τόπου. Και δεν θα μπορούσα να δω με τρόπο στατιστικό, την υποβάθμιση του ιστορικού Ειρηνοδικείου ή την εγκατάλειψη των παλιών αλυκών, των συνυφασμένων με την ίδια την  ύπαρξη των  οικισμών της περιοχής μας. Και ακόμη τον ΟΤΕ  και την εφορία που έκλεισαν πρόσφατα, κάτι σαν θυσία  στο βωμό του «εκσυγχρονισμού»  και της «περιστολής» των δαπανών του δημοσίου.
    Γιατί σκεφτόμουνα ότι πίσω από τους αριθμούς βρίσκονται οι γνωστοί και αγαπημένοι άνθρωποι που εργάστηκαν χρόνια αθόρυβα, προσφέροντας με   δραματικό  τρόπο ψυχική ενέργεια και μεράκι.
     Αλλά, για τις επιμέρους αντιθέσεις και διαφορές του «πολυσύνθετου πίνακα» διαισθανόμουν ότι θα εύρισκαν το ζωγράφο, που επίμονα και κοπιαστικά θα απέδιδε κάποτε το αριστοτεχνικό αποτέλεσμα, τη λεπτομέρεια και την ειδοποιό διαφορά, που θα ταιριάζει στην  ιδιαίτερη τοπική ομορφιά και στη συνολικότερη αρμονία της ζωής μας.     

                                                                                                         Νίκος Μπακιός

 


    

Δεν υπάρχουν σχόλια: